Γύρισα πολλά χρόνια πίσω στο άκουσμα της είδησης ότι ο Ολυμπιακός… φέρνει στο «λιμάνι» στον «Τσόρι» Ντομίνγκες. Τον «Grande Chori» των οπαδών της Ρίβερ Πλέιτ…
Για την ακρίβεια… θυμήθηκα την ομαδάρα της Ρίβερ της περιόδου 2001-02, με Σέλσο Αγιάλα, Ντεμικέλις, Γέπες, Καμπιάσο, Ντ’ Αλεσάντρο, Ορτέγκα, Λεντέσμα (στα… νιάτα του), Αϊμάρ, Καβενάγκι, Μάξι Λόπες. Τότε που παιζόταν ΜΠΑΛΑ στην Αργεντινή, έβλεπες παίκτες ντελικάτους, τεχνίτες να… χαϊδεύουν τη στρογγυλή θεά, να προσφέρουν θέαμα. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι εκείνες οι «φουρνιές» παικτών της Ρίβερ Πλέιτ (και της Μπόκα) πήραν το δρόμο για την Ευρώπη και μάλιστα οι περισσότεροι διακρίθηκαν και έγιναν σύμβολα στις ομάδες τους.
Η «ιστορία» του Ντομίνγκες στη Ρίβερ Πλέιτ χωρίζεται σε δύο κεφάλαια. Την τριετία 2001-2004 όταν υπέγραψε στους «εκατομμυριούχους» από την Κίλμες, έκανε πράγματα και θάματα. Ήταν μόλις 20 ετών!
Ταχύτατος, ανίκητος στο «ένας με έναν» και με εκτελέσεις φάουλ αλά… Ριβάλντο «κέρδισε» τον κόσμο της Ρίβερ και ανέβασε κατακόρυφα τις μετοχές του στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Η μεγάλη του επιτυχία ήταν ότι «επέπλευσε» ανάμεσα σε «μεγάλα» ονόματα, πήρε τη φανέλα με το «7» και αφού γεύθηκε τη χαρά τριών πρωταθλημάτων με την ομάδα του Μπουένος Άιρες έκανε το… πρώτο άλμα στην Ευρώπη.
«Πήγε» στη Ρουμπίν Καζάν (2004-07), στην οποία έπαιξε καλή μπάλα, το 2007 τον απέκτησε η Ζενίτ έναντι 7 εκατομμυρίων δολαρίων και σε δύο χρόνια έκανε 46 συμμετοχές και 7 γκολ, ενώ το 2009 επιστρέφοντας στη Ρουμπίν αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης στη Ρωσία καθώς τα πήγε περίφημα στο Τσάμπιονς Λιγκ. Πέτυχε γκολ εναντίον της Ιντερ, της Ντιναμό Κιέβου, ήταν ο κορυφαίος παίκτης της ομάδας του στη νίκη επί της Μπαρτσελόνα για τη φάση των ομίλων.
Κομβική εκείνη η σεζόν για το μέλλον του, η Βαλένθια ήταν η πρώτη ομάδα που «χτύπησε» την πόρτα του και τον απέκτησε για τρία χρόνια, τον Δεκέμβριο του 2009.
Σε σχεδόν ενάμιση χρόνο «μέτρησε» 19 συμμετοχές με τη φανέλα των «νυχτερίδων», δεν σκόραρε, γενικώς φάνηκε ότι είχε πρόβλημα προσαρμογής και το καλοκαίρι του 2011 επέστρεψε (ως δανεικός) στη Ρίβερ Πλέιτ για να συμμετάσχει στην «επιχείρηση»… αναδόμησης των «εκατομμυριούχων».
Τότε η Ρίβερ Πλέιτ τον… κάλεσε να βάλει πλάτη (μαζί με τον Καβενάγκι) για την επιστροφή της ομάδας στα «μεγάλα σαλόνια», ήταν βασικό στέλεχος στην πορεία της Β’ κατηγορίας, σε 33 ματς πέτυχε 5 γκολ. Όταν η «δουλειά»… τελείωσε ο Ματίας Αλμέιδα (προπονητής της Ρίβερ) και ο πρόεδρος Πασαρέλα δεν πλήρωσαν ρήτρα στη Βαλένθια για ανανέωση του συμβολαίου του, ο «Τσόρι» αποχώρησε από το «Μονουμεντάλ» και ο κόσμος… ξεσηκώθηκε, βάλλοντας κατά προπονητή και προέδρου για την επιλογή τους.
Είπαμε, στη Ρίβερ Πλέιτ ο Ντομίνγκες, λατρεύεται, έχει συνδυάσει το όνομά του με τις «καλές» – «δυνατές»… φουρνιές του συλλόγου μετά το 2000.
Στη δεύτερη θητεία του στη Ρίβερ Πλέιτ έπαιξε «έξυπνα». Κουβαλώντας την εμπειρία της Ευρώπης, δούλευε περισσότερο με το μυαλό του παρά τα… πόδια του. Φανερά πιο «βαρύς» και πιο «λιτός» στις επιλογές του, δεν είχε τη «λάμψη» των πρώτων χρόνων στο «Μονουμεντάλ», κάτι όμως που ήταν λογικό αφού από δίπλα του έλειπαν οι μεγάλοι παίκτες… αξίας. Δεν είχε «στηρίγματα», αν εξαιρέσουμε τον ηγετικό μέσο Πόνσιο που «μιλάει» στη… μπάλα και παραμένει ακόμη στη Ρίβερ Πλέιτ.
Πέρσι, έπαιξε στη Ράγιο Βαγεκάνο. Όταν υπέγραψε το συμβόλαιό του, ο «Τσόρι» δήλωσε ότι «επέλεξα τη Ράγιο επειδή η εμφάνισή της μοιάζει με της Ρίβερ Πλέιτ. Λευκή με κόκκινη ρίγα…» Ο απολογισμός του ήταν 5 γκολ σε 33 συμμετοχές, τηρουμένων των αναλογιών και σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν στη Ρίβερ (της… β’ κατηγορίας) τα πήγε περίφημα, «έβγαλε» τα καλά στοιχεία του ταλέντου του, της τεχνικής του.
Στα 32 του χρόνια, όλα δείχνουν, ότι θα δοκιμάσει την τύχη του στον Ολυμπιακό. Το δεδομένο είναι ότι η καριέρα του και οι δυνάμεις του έχουν φθίνουσα πορεία, δύσκολα θα δούμε ξανά τον Ντομίνγκες της επταετίας 2002-2009.
Ούτε ρόλο «αντι-Ιμπαγάσα» μπορεί να «παίξει» άλλωστε δεν το έκανε ποτέ, αρέσκεται περισσότερο να ξεκινάει τις επιθέσεις του από τα άκρα ή πίσω από τον φορ ως «κρυφός κυνηγός», είναι παίκτης των συνδυασμών της «μίας πάσας» και του «κενού χώρου», έτσι τον έμαθαν να παίζει μπάλα στην Αργεντινή. Με το «μυαλό» του, την εμπειρία του αλλά και την αδιαμφισβήτητη τεχνική κατάρτιση μπορεί να βοηθήσει τον Ολυμπιακό, προσοχή όμως: πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσο γρήγορα θα εγκλιματιστεί. Το θετικό σε αυτή την παράμετρο είναι ότι έρχεται στην Ελλάδα από ευρωπαϊκό πρωτάθλημα και όχι από τη Λατινική Αμερική…