Η εταιρεία πάλευε για πολύ καιρό να ανακτήσει τον βηματισμό της.
Και μαζί τον δυναμισμό που είχε όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Παρά την αίσθηση που προκάλεσε το λουκέτο της Pizza Hut στην Ελλάδα, όσοι παρακολουθούν την ελληνική αγορά συμφωνούν πως η απόφαση της αμερικάνικης αλυσίδας και του Έλληνα συνεργάτη της (Food Plus) ήταν μάλλον αναμενόμενη. Κάποιοι μάλιστα την παρομοιάζουν με το «χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου», σημειώνοντας πως το διάσημο brand δέχονταν εδώ και πάρα πολλά χρόνια ασφυκτικές πιέσεις, με αποτέλεσμα να καταγράφει συνεχόμενες ζημιές.
Καταλυτικό ρόλο έπαιξε το lockdown, το οποίο έδωσε την «χαριστική βολή» στις εργασίες της αλυσίδας. Οι πωλήσεις στη διάρκεια της καραντίνας υποχώρησαν κατά 60%, αναγκάζοντας τους υπεύθυνους να επανεξετάσουν συνολικά την παρουσία της επί ελληνικού εδάφους. Ύστερα από αρκετή σκέψη και υπό το πρίσμα των νέων δεδομένων που έφερε η υγειονομική κρίση στην οικονομία επέλεξαν από κοινού να κατεβάσουν οριστικά τα ρολά στα 16 καταστήματα του δικτύου καθώς διαπίστωσαν πως «ήταν πλέον αδύνατο να αντιμετωπιστεί οποιαδήποτε οικονομική ζημία». Η εταιρεία στην οποία είχαν επενδύσει πάρα πολλά χρήματα –μόνο τα τελευταία 12 χρόνια είχαν διαθέσει 23 εκατ. ευρώ- εξελίσσονταν σε ένα «βαρέλι δίχως πάτο».
Η εταιρεία πάλευε για πολύ καιρό να ανακτήσει τον βηματισμό της. Και μαζί τον δυναμισμό που είχε όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 (το πρώτο κατάστημα άνοιξε στο Κεφαλάρι το 1989). Παρ’ όλες τις κινήσεις που έγιναν τα τελευταία δέκα χρόνια, οι οποίες περιλάμβαναν και τον εξορθολογισμό του δικτύου των καταστημάτων (μεταξύ των καταστημάτων που έκλεισαν ήταν και της Ρόδου) δεν μπόρεσε ποτέ να ακολουθήσει το ρεύμα της εποχής. Αντίθετα, έχανε διαρκώς έδαφος έναντι του ανταγωνισμού και έδειχνε ανήμπορη να «προλάβει το τρένο».
Ενδεικτικό των μειωμένων αντανακλαστικών –σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς- ήταν η απελπιστικά αργή ενεργώς στροφή στο delivery. Η επιμονή στο μοντέλο του «dine in» αποδείχθηκε λανθασμένη, αφού οι καταναλωτικές συνήθειες είχαν πλέον διαφοροποιηθεί με την πάροδο των χρόνων.
Όταν επέλεξε να ασχοληθεί ενεργά και να επενδύσει στις ηλεκτρονικές πωλήσεις ήταν πλέον αργά. Η είσοδος στο efood.gr, παρ’ ότι έφερε καρπούς δεν ήταν ικανή να αναστρέψει το κλίμα και να καλύψει το χαμένο έδαφος. Ο ανταγωνισμός είχε αποκτήσει τεράστιο προβάδισμα, που δύσκολα θα μπορούσε να καλυφθεί. Η αλυσίδα που κάποτε άνοιγε τον δρόμο και έγραφε ιστορία, όπως με την διαφήμιση που έκανε με τον πρόεδρο της ΕΣΣΔ, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ μετά την πτώση του Τείχους και την καλλίπυγο ηθοποιό Πάμεσα Άντερσον δεν άρεσε ποια. Είχε χάσει την φρεσκάδα της.
Επιπρόσθετα, η στρατηγική του «value for money» αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος άστοχη σε μια περίοδο που η αγορά στρέφονταν μαζικά σε φθηνότερες λύσεις. Το κοινό που αναζητούσε την ποιότητα συρρικνώνονταν, μέρα με την μέρα καθώς τα εισοδήματα μειώνονταν, με αποτέλεσμα οι ετήσιες πωλήσεις να παρουσιάζουν στασιμότητα (στην καλύτερη περίπτωση) και να διαμορφώνονται σε λίγο πάνω από τα 5 εκατ. ευρώ.
Βέβαια, σε όλη αυτή την διαδρομή η εταιρεία δεν έκανε ποτέ έκπτωση στην υψηλή ποιότητα των υλικών που χρησιμοποιούσε ενώ φρόντιζε πάντοτε να εφαρμόζει πιστά τον νόμο, κάτι που συνεπάγονταν υψηλότερο κόστος. Σε αγορά, όπως η εστίαση που η παραβατικότητα «οργιάζει» κυρίως όσον αφορά στην έκδοση αποδείξεων και στις εργασιακές σχέσεις πήγαινε «by the book». Με απλά λόγια έκοβε αποδείξεις και ασφάλιζε πλήρως τους υπαλλήλους της ενώ ήταν τυπική στις υποχρεώσεις προς τους προμηθευτές της.
Να σημειωθεί πως οι εργαζόμενοι που έχασαν την δουλειά τους από το κλείσιμο των 16 καταστημάτων της Pizza Hut στην Ελλάδα ανέρχονται σε 159. Η εταιρεία εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της απέναντι σε όλους τους εργαζόμενους σύμφωνα με τον νόμο και επιπλέον κατέβαλλε ειδική πρόσθετη αποζημίωση σε όλους.
Πηγή: ethnos.gr